11 Νοεμβρίου 2017

"ΛΑΓΟΙ ΜΕ ΠΕΤΡΑΧΗΛΙΑ"


Υπερβολικές, ανέφικτες, μη πραγματοποιήσιμες υποσχέσεις ή δωροδοκίες.
Ο λαγός παλιότερα ήταν μέσο δωροδοκίας - ως δυσεύρετος- γιατί μόνον ένας καλός κυνηγός μπορούσε να «βγάλει λαγό».
Το «πετραχήλι» αποτελεί παραφθορά της λέξης «επιτραχήλιον» και ήταν το περιλαίμιο των ζώων, η λαιμαριά.Τα φορούσαν στα επίλεκτα βόσκοντα ζώα, συνήθως με κουδούνι, και ήταν δείγμα εξαιρετικής ποιότητας. (Σήμερα η λέξη είναι ταυτόσημη με το μακρόστενο άμφιο των ιερέων).
Το πετραχήλι σε ζώα οικόσιτα, όπως ο σκύλος, ο γάιδαρος, ήταν κάτι εύκολο και συνηθισμένο, ακατόρθωτο όμως με τα ζώα που ζουν ελεύθερα στη φύση, όπως οι λαγοί. Έτσι λοιπόν ένας λαγός με πετραχήλι, ήταν κάτι αδύνατον και πρακτικά ακατόρθωτο

ΚΟΥΤΣΑΒΑΚΙ- ΚΗΣ


Λαϊκός μάγκας, φασαριόζος ψευτοπαλληκαράς.
Σύμφωνα με τον Επαμεινώνδα Στασινόπουλο το όνομα έχει προέλθει από τον Δημήτριο Κουτσαβάκη, διάσημο καβγατζή, που το ντύσιμο και το βάδισμά του μιμήθηκαν οι σύγχρονοί του νέοι του αθηναϊκού υποκόσμου.
Οι κουτσαβάκηδες σύχναζαν κυρίως στη περιοχή του Ψυρρή, είχαν γίνει μάστιγα στο κέντρο της Αθήνας.Στριμμένο μουστάκι, σακάκι φορεμένο από το ένα μόνο μανίκι, σουβλερό παπούτσι, μαλλιά με «αφέλεια», λιγδωμένη ρεπούμπλικα, κόκκινο ζωνάρι απ' όπου εξείχε η λαβή του αμφίστομου μαχαιριού ή του κουμπουριού.
Καθισμένοι στο καφενείο άφηναν να σέρνεται η άκρη του ζωναριού τους και αλίμονο σε εκείνον που θα την πατούσε ή θα έλεγε: «Κρέμεται το ζωνάρι σας». Το επακόλουθο ήταν ο ξυλοδαρμός του φιλήσυχου περαστικού, αν βέβαια αυτός τους φαινόταν «του χεριού τους». Τους κουτσαβάκηδες διέλυσε ο Δημήτριος Μπαϊρακτάρης, διευθυντής της Αστυνομίας από το 1893, ο οποίος τους κούρευε με την «ψιλή μηχανή», ξύριζε τα μουστάκια τους, έκοβε το ένα μανίκι του σακακιού που το άφηναν κρεμασμένο, τούς έκοβε τις μύτες των σουβλερών παπουτσιών τους, τους έβγαζε τη «θλίψη» ή «χλίψη»το μαύρο περιβραχιόνιο που φορούσαν ως δήθεν πένθος για το θάνατο αδερφικού τους φίλου ή συγγενούς τους στον καβγά.
Κατά άλλη - παρετυμολογική - άποψη, προέρχεται εκ του "κουτσά" + "βαίνω", δηλαδή περπατώ σαν κουτσός χωλός, επειδή οι κουτσαβάκηδες χάριν επίδειξης περπατούσαν αργά σαν να κούτσαιναν και ανεβοκατέβαζαν τους ώμους τους ακολουθώντας τον βηματισμό.

"ΤΡΑΜΠΟΥΚΟΣ"


"TΡΑΜΠΟΥΚΟΣ" Άτομο του υποκόσμου, που δημιουργεί επεισόδια και προβαίνει σε βιαιοπραγίες
(συνήθως επί πληρωμή), μπράβος κομματάρχη ή μέλος παρακρατικής οργάνωσης με δράση σε διαδηλώσεις, εκφοβισμούς και δολοφονίες. Κατ' επέκταση, άτομο που προσπαθεί να επιβάλει τις απόψεις του χρησιμοποιώντας βία.
<Ισπαν. trabucos: μάρκα πούρων (η ονομασία από την ομοιότητα με trabuco, παλιό τύπο όλμου),τα οποία παλιοί πολιτικοί πρόσφεραν στους ανθρώπους τους. (πρβ. το τραμπούκο=φιλοδώρημα) κι αυτός από τον μεσαιωνικό καταπέλτη, είδος πολεμικής μηχανής που χρησιμοποιήθηκε πριν από την εφεύρεση της πυρίτιδας για το γκρέμισμα τειχών, πύργων κλπ.

"ΠΑΝΙΚΟΣ"


"ΠΑΝΙΚΟΣ" Από τον τραγόμορφο θεό Πάνα, τον ταραχοποιό, θορυβώδη χαρακτήρα του και τις αιφνιδιαστικές εμφανίσεις του.
Γνωστός για την έντονη ερωτική του διάθεση και τις περιπέτειές του με τις νύμφες. Ζούσε στα βουνά της Αρκαδίας και ήταν προστάτης των κυνηγών - κτηνοτρόφων, Ο Πάνας συνήθιζε να επισκέπτεται ανθρώπους (ιδίως στον μεσημεριανό τους ύπνο) και να τους προκαλεί πανικό. Ήταν άσχημος (σε αντίθεση με την πανέμορφη και γενναιόδωρη ψυχή του) και, όταν γεννήθηκε, η μητέρα του σαν τον αντίκρισε έφριξε και τον εγκατέλειψε στο δάσος.
Ερωτεύτηκε παράφορα τη Σύριγγα, θυγατέρα του ποταμού-θεού Λάδωνα. Μια μέρα που την κυνηγούσε, εκείνη ζήτησε βοήθεια από τον πατέρα της Λάδωνα, που τη μεταμόρφωσε σε καλαμιά. Ο Πάνας την είχε ήδη πιάσει από τα μαλλιά, αλλά του έμειναν στα χέρια κάποια κομμάτια από καλάμια, τα οποία αποτέλεσαν τον αυλό του.

05 Νοεμβρίου 2017

"ΤΟΥ ΚΟΛΛΗΣΑΝ ΤΗ ΡΕΤΣΙΝΙΑ»


H κακή φήμη σε βάρος κάποιου, οι προκαταλήψεις για άνθρωπο που έχει κατηγορηθεί για κάτι.
Στην Πελοπόννησο «ρετσινιά» ονόμαζαν ένα κομμάτι από δέρμα γίδας που άλειφαν με ρετσίνι, δημιουργώντας έτσι ένα αυτοσχέδιο θεραπευτικό τσιρότο. Το χρησιμοποιούσαν σαν έμπλαστρο για θεραπευτικούς σκοπούς σε πόνους και κρυολογήματα.
Φυσικά ήταν πολύ δύσκολο να το ξεκολλήσουν, αφού πλέον έχει κάνει τη δουλειά του. Έτσι, συνηθίστηκε να λένε για μια κατηγορία, που αποδόθηκε σε κάποιον και δυσκολεύεται να απαλλαγεί απ᾽ αυτήν, ὀτι «του κόλλησαν τη ρετσινιά».

"ΤΣΟΓΛΑΝΙ"

Λαϊκός υβριστικός χαρακτηρισμός:νεαρό αγενές άτομο, κακής διαγωγής, παλιόπαιδο, άνθρωπος διεφθαρμένος.
Τουρκ.coglan Ελληνόπουλο από καλή οικογένεια, που είχε πέσει θύμα παιδομαζώματος και υπηρετούσε τους σουλτάνους, αλλά όχι δούλος για δύσκολες δουλειές. Τα πιο ικανά τσογλάνια λάβαιναν ειδική εκπαίδευση σε παλάτια της Αδριανούπολης, του Γαλατά & της Προύσας. Διδάσκονταν Μαθηματικά, μελετούσαν το το κοράνι κι έπαιρναν μαθήματα καλής συμπεριφοράς & «διπλωματίας». Οι αριστούχοι επέστρεφαν στο παλάτι του σουλτάνου κι έπαιρναν πολιτικά & στρατιωτικά αξιώματα. Γίνονταν από προσωπικοί ακόλουθοι του σουλτάνου, μέχρι πασάδες και μπέηδες. Τα παιδιά αυτά ζούσαν αποκομμένα από την κοινωνία και, όταν ενηλικιώνονταν, ανάλογα πόσο στενή σχέση είχαν με τον σουλτάνο, αναλάμβαναν ως αντίτιμο και διάφορες διοικητικές θέσεις και αξιώματα.
Χρόνια αργότερα, το «τσογλάνι» έφτασε να σημαίνει τον νεαρό βοηθό του καφετζή. Κάποιοι μπερδεύουν τα «τσογλάνια» με τα «ατζεμί ογλάν», τα οποία ήταν ανάμεσα στα παιδιά που έμειναν μετά την πρώτη διαλογή του παιδομαζώματος και γίνονταν Γενίτσαροι
-Δημητράκος Β. Δημήτριος, Νέον ορθογραφικόν και ερμηνευτικόν λεξικόν, 1970: «Παιδομάζωμα, Η επί τουρκοκρατίας αρπαγή μικρών χριστιανοπαίδων. Παιδολόγι».

"ΣΟΥΡΓΕΛΟ"

ΣΟΥΡΓΕΛΟ σε τέσσερις εκδοχές....
1. Συγχώνευση/συμφυρμός ( σούρνω + γελώ) = επισύρω, προκαλώ γέλιο. Με ουσιαστικοποίηση: το πρόσωπο που προκαλεί τον χλευασμό, την αποδοκιμασία, το γέλιο των υπολοίπων, το αντικείμενο χλευασμού/ εμπαιγμού, ψώνιο, ρεντίκολο, γελοίος, φαιδρός.(Γ. Μπαμπινιώτης)
2. Πιθανόν από το ιταλικό suggello < sigilum < signum = στίγμα,σημάδι, στίξη. Μέθοδος σήμανσης των διαπομπευμένων. Η αλλαγή του τονισμού από σουγγέλλο σε σούγγελο> σούργελο ίσως οφείλεται στην επίδραση του σούρνω και γελώ.(Άρης Στουγιαννίδης)
3. Προφανής παρετυμολόγηση: από το Αγγλικό sure (σίγουρος) + γέλως. Δηλαδή όταν τον βλέπεις, γελάς στα σίγουρα!
4. Από το sur (super = υπέρ, πάνω) + γελοίος. Ο υπέρ το δέον γελοίος.

"ΜΙΘΡΙΔΑΤΙΣΜΟΣ"

1. Βαθμιαία εξοικείωση του ανθρώπινου οργανισμού σε ειδικά δηλητήρια, εθισμός με αποτέλεσμα την απόκτηση ανοσίας. 2. Σταδιακή εξοικείωση του ανθρώπου σε δυσάρεστες καταστάσεις με πολύ αργό ρυθμό, σε βάθος χρόνου με συνέπεια την αδυναμία αντίδρασης. Αλλαγές που γίνονται βαθμιαία,ώστε να είναι ανεπαίσθητες.
Μορφή μιθριδατισμού είναι και ο εμβολιασμός.
Η λέξη προέρχεται από το θρυλικό τελευταίο βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη Στ' Ευπάτορα Διονύσιο (132-63 π.Χ.), που φέρεται να έπινε επί πολλά χρόνια μικρές δόσεις από δηλητήριο, για να συνηθίσει ο οργανισμός του και να μην μπορούν να τον δολοφονήσουν με αυτό τον τρόπο. Αντιστάθηκε στον ρωμαίο Πομπήιο, προσπαθώντας να διαφυλάξει το ελληνιστικό του βασίλειο στον Πόντο, αλλά ηττήθηκε (Γ´ Μιθριδατικός πόλεμος). Για μην παραδοθεί και για να αποφύγει τον εξευτελισμό στη Ρώμη, έδωσε εντολή να αυτοκτονήσουν όλες οι γυναίκες και τα παιδιά του και ύστερα αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει και ο ίδιος.
Επειδή όμως ο οργανισμός του είχε συνηθίσει στα δηλητήρια, τον σκότωσε τελικά-ύστερα από επιθυμία του- ένας Γαλάτης μισθοφόρος. Μετά το θάνατό του, το κράτος του Πόντου έγινε ρωμαϊκή επαρχία..
Ο Γαληνός, στο έργο του «Γαληνική Φαρμακευτική» περιγράφει τη σύσταση των δηλητηρίων που χρησιμοποιούσε ο καχύποπτος, αλλά και υπερήφανος Μιθριδάτης.


"ΚΑΝΔΑΥΛΙΣΜΟΣ"

Το να επιδεικνύει κάποιος τη σύντροφό του σε άλλους, κυρίως μέσα από φωτογραφίες.
Κατά τον Krafft-Ebing ο όρος "candaulism" υποδηλώνει μια σεξουαλική προτίμηση που σχετίζεται με ηδονοβλεπτική διέγερση.
Ο όρος από τον μυθικό βασιλιά της Λυδίας Κανδαύλη, ο οποίος ήταν πολύ ερωτευμένος με τη γυναίκα του και υπέρμετρα υπερήφανος για την ομορφιά της.
Διαρκώς παίνευε την ομορφιά της στον υπηρέτη του, τον Γύγη και, για να αποδείξει τα λεγόμενά του, τον έβαλε κρυφά στο υπνοδωμάτιό του, προκειμένου να τη δει γυμνή. Η γυναίκα τον αντιλήφθηκε και το άλλο πρωί του έθεσε το εκβιαστικό δίλημμα: ή θα πέθαινε αυτός που μηχανεύτηκε το σχέδιο ή αυτός που το έκανε πράξη.
Έτσι ο Γύγης σκότωσε τον Κανδαύλη κι έπειτα πήρε τη γυναίκα και το βασίλειο.
(Ηρόδοτος: Βιβλίο 1 - Κλειώ 1.7 - 1.12)

"....ΤΟ ΠΑΕΙ ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ...."


ΧΑΛΙ ΝΑ ΜΕ ΠΑΤΗΣΕΙΣ

Η έκφραση έχει τις ρίζες της στο Βυζάντιο, όπου η κολακεία θεωρείτο προσόν για όποιον ονειρευόταν μια θέση στα ανάκτορα.
Οι «αυλοκόλακες» μαθήτευαν σε ειδικούς δασκάλους, προκειμένου να καταστούν κατάλληλοι γι αυτό το αξίωμα. Κατά την επανάσταση του στρατηγού Λεόντιου, οι επαναστάτες συνέλαβαν και έκοψαν τη μύτη του πνευματικά ασταθούς αυτοκράτορα Ιουστινιανού Β' (εξού και ρινότμητος). Λέγεται ότι οι κόλακές του έκοψαν κι αυτοί τις μύτες τους, για ευνόητους λόγους.
Οι κόλακες διαγκωνίζονταν μεταξύ τους ποιος θα ταπεινωθεί περισσότερο, ώστε να γίνει αρεστός στον αυτοκράτορα. Ήταν πρόθυμοι να σκύψουν για να πατήσει πάνω τους ή να κάνουν οποιαδήποτε εκδούλευση, προκειμένου να κερδίσουν την εύνοιά του.
Απ' αυτήν την ταπεινή συμπεριφορά των αυλοκολάκων έμεινε ως τα χρόνια μας η φράση, όταν θέλουμε να πείσουμε κάποιον από τον οποίο ζητάμε μια χάρη, ή όταν θέλουμε να τον ευχαριστήσουμε εμφατικά.

ΔΑΜΟΚΛΕΙΟΣ ΣΠΑΘΗ

Συνεχής θανάσιμος κίνδυνος που απειλεί τη ζωή κάποιου ή επικείμενη καταστροφή, είτε απειλή τιμωρίας μεγάλου μεγέθους.
Σύμφωνα με τον Κικέρωνα, ο κόλακας Δαμοκλής μακάριζε συνεχώς την ευτυχισμένη ζωή των ηγεμόνων. Έτσι, ο Διονύσιος αποφάσισε να του δώσει ένα μάθημα: του παραχώρησε για μια μέρα το θρόνο του και διέταξε όλους τους αυλικούς του να υπακούν τον Δαμοκλή για μια μέρα, σαν αληθινό βασιλιά.
Την ώρα που απολάμβανε τη βασιλική μεταχείριση, είδε έντρομος πάνω από το κεφάλι του να κρέμεται ένα μεγάλο σπαθί το οποίο συγκρατούσαν τρίχες αλόγου, που θα μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να κοπούν με αποτέλεσμα το σπαθί να πέσει στο κεφάλι του.Όταν ρώτησε τον Διονύσιο, εκείνος του είπε: «Το σπαθί το τοποθέτησα εγώ ο ίδιος εκεί για να μου θυμίζει να παίρνω τις σωστές αποφάσεις για το λαό μου και σε πόσο μεγάλο κίνδυνο είναι η ζωή μου καθημερινά».
Πανικοβλημένος και συνειδητοποιώντας ταυτόχρονα πόσο διαφορετική είναι η ζωή ενός άρχοντα συγκριτικά με αυτό που πίστευε, άλλαξε αμέσως άποψη για τα μεγαλεία και τις τιμές και ζήτησε να μεταφερθεί στη παλαιά ταπεινή του θέση.
Το ανέκδοτο βρέθηκε στη χαμένη ιστοριογραφία της Σικελίας από τον Τιμαίο τον Ταυρομενίτη (356-260 π.Χ). O Κικέρωνας, ίσως το διάβασε στο Διόδωρο Σικελιώτη, ο οποίος το χρησιμοποίησε στο "Ερωτήσεις Τυσκυλανές" (5, 61-62), πράγμα το οποίο σημαίνει πως έτσι πέρασε και στην ευρωπαϊκή κουλτούρα.


ΣΑΝ ΓΥΦΤΙΚΟ ΣΚΕΠΑΡΝΙ

Για κάποιον που επιδεικνύεται αυτάρεσκα, κορδώνεται όλο περηφάνια ή καυχιέται χωρίς λόγο ή κάνει τον σπουδαίο, χωρίς να έχει κάτι αξιόλογο να επιδείξει.
Κατά τον Ν. Σαραντάκο, η έκφραση προέρχεται από τους γύφτους, που ήταν τεχνίτες στα χωριά, σιδεράδες, χαλκιάδες, αλλά και εκτελούσαν περιστασιακά γεωργικές εργασίες. Επειδή το γύφτικο σκεπάρνι έχει λαβή κυρτή και θυμίζει άνθρωπο που κορδώνεται με την κοιλιά προς τα έξω, σαν να έχει λόρδωση.
Κατά άλλη εκδοχή, η φράση προέρχεται από τους τσιγγάνους που δούλευαν εποχιακά στα χωράφια και περπατούσαν με το σκεπάρνι στον ώμο,που, καθώς ήταν υπερυψωμένο, ξεχώριζε από μακριά.
Αναφέρεται στον Όμηρο (ε 237): σκέπαρνον εΰξοον= σκεπάρνι ακονισμένο.

"Δυο γάιδαροι μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα"

Για διένεξη που αφορά ξένες υποθέσεις, χωρίς προσωπική εμπλοκή ή όφελος, γαϊδούρια που τσακώνονται για τροφή που δεν θα φάνε.
Κατά την επικρατέστερη εκδοχή, η πατρότητα της φράσης ανήκει στον Θ. Κολοκοτρώνη: πριν την επανάσταση, ενώ βρισκόταν στη Ζάκυνθο,άκουσε πως ο Ναπολέοντας μάλωνε με τον Τσάρο της Ρωσίας, για το ποιος θα έπαιρνε την Πολωνία. Όταν ρώτησε και του είπαν πως ήταν μία χώρα, ούτε γαλλική ούτε ρωσική και πως τσακώνονταν οι δύο Μεγάλοι ποιος θα την πάρει, φέρεται να είπε: "Δυο ψυχικοί (γάϊδαροι) μαλώνουνε σε ξένο αχυρώνα."
Κι αν ο πρώτος δεν είναι ο Κολοκοτρώνης, αυτός μας την έκανε γνωστή. Η φράση «μαλώνουν σε ξένο αχυρώνα» μεταφράστηκε στο επίσημο site του ΥΠΕΞ ως «picking a fight for someone else’s barn»

ΧΑΜΑΙΤΥΠΕΙΟ


ΤΕΛΙΚΟ Ν


ΤΡΟΪΚΑ

ΤΡΟΪΚΑ
Παραδοσιακή ιππήλατη άμαξα, έλκηθρο, που το έσερναν τρία άλογα ζευγμένα κατά μέτωπο. Πρωτοεμφανίστηκε τον 17ο αι, σε Ουγγαρία και Ρωσία, αρχικά ως εμπορικές- ταχυδρομικές άμαξες που ανέπτυσσαν ταχύτητα περίπου 50 χλμ. & εξελίχθηκαν σε κατεξοχήν σύμβολο υψηλής κοινωνικής θέσης.
Χαλινάρια είχε μόνον ο μεσαίος ίππος, που ήταν κάτω από αψίδα & την άμαξα, ενώ οι πλαϊνοί ήταν λοξά συζευγμένοι μ' αυτόν. Στη δεκαετία του 1920 η λέξη έλαβε πολιτική σημασία δηλώνοντας την κυβερνητική τριανδρία (Στάλιν-Ζινόβιεφ-Κάμενεφ που είχαν κάνει μέτωπο κατά του Τρότσκι), με συνέπεια να καταστεί διεθνής όρος σε αναφορές τριανδρίας, ή οποιασδήποτε τριπλής διοίκησης, ή τριμελούς επιτροπής.
Στα ελληνικά η λέξη πρέπει να πέρασε στη δεκαετία του 1950.
Η Τρέχουσα σημασία: Τριμελής επιτροπή από
την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Κομισιόν
την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ)
το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ)
Όπως αναφέρει ο Γ. Μπαμπινιώτης, εφόσον η λέξη έχει εισαχθεί-ενσωματωθεί στην ελληνική γλώσσα πρέπει και να κλίνεται. Η τρόικα, της τρόικας...

ΜΕ ΤΟ ΝΙ ...&... ΜΕ ΤΟ ΣΙΓΜΑ

Αυτολεξεί, με κάθε λεπτομέρεια.
Σύμφωνα με τον Ν. Σαραντάκο, παλαιότερα οι μαθητές διδάσκονταν τους τύπους της καθαρεύουσας με τα τελικά "ν" & "ς", η χρήση των οποίων έκανε τις λέξεις κομψότερες και πληρέστερες, ενώ ο προφορικός λόγος τα παρέλειπε. 
Όποιος λοιπόν μιλούσε με το νι και με το σίγμα, μιλούσε σωστά και τέλεια. Στα θηλυκά τριτόκλιτα σε -ις κατέληξε να φύγει το τελικό -ς. Π.χ. πόλις, πόλι.
 Κατά άλλη εκδοχή, παλαιότερα, κατά τη διδασκαλία των υποκοριστικών, ο δάσκαλος εξηγούσε ότι η κατάληξη στα μεσαιωνικά χρόνια ήταν σε ιον και ιν, για να καταλήξει στο τέλος το απλό ι . Π.χ. παιδίον, παιδίν, παιδί.Όταν λοιπόν στους τελευταίους αιώνες άρχισαν να γράφουν το χέρι, το πόδι, χωρίς το --ν και η πίστι, η πόλι χωρίς το -ς, οι τύποι που είχαν το νι και το σίγμα θεωρούνταν σωστότεροι και κομψότεροι.


"ΓΚΛΑΜΟΥΡΙΑ" και ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ!!!

Αντιδάνειο: αγγλική glamour < σκωτικά glamer (=γοητεία, ομορφιά) < μέσα αγγλ. gramarye (=γραμματική, μάθηση, απόκρυφη γνώση) < αρχ. γαλλικά gramaire (γραμματική) < λατιν. grammatica < αρχ. ελλην. γραμματική < γράμμα < γράφω < ινδοευρωπαϊκή (ρίζα) *gerbʰ- (=χαράσσω)
Αντιδάνειο: αγγλική glamour < σκωτικά glamer (=γοητεία, ομορφιά) < μέσα αγγλ. gramarye (=γραμματική, μάθηση, απόκρυφη γνώση) < αρχ. γαλλικά gramaire (γραμματική) < λατιν. grammatica < αρχ. ελλην. γραμματική < γράμμα < γράφω < ινδοευρωπαϊκή (ρίζα) *gerbʰ- (=χαράσσω)

ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ

<μέλας(=μελανός-μαύρος) + χολή.
Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως στον οργανισμό ρέουν σωματικοί χυμοί. Από την ισορροπία ή τον βαθμό ανάμιξης αυτών των χυμών εξαρτάται η διάθεση του ανθρώπου. Ο Ιπποκράτης αναφέρει το αίμα, τη χολή, τη μέλαινα χολή και το φλέγμα. H μελαγχολία οφείλεται στη µέλαινα χολή, που, όταν επικρατεί, οδηγεί στην αθυμία και στη σκυθρωπότητα, τη λύπη.
Για πρώτη φορά ερμηνεύεται η συµπεριφορά µας ως αποτέλεσµα φυσιολογίας και όχι σε σχέση µε θεούς, δαίµονες και άστρα. Κάτι µέσα µας παράγει συµπεριφορές, διαµορφώνει χαρακτήρες.

"ΛΑΓΟΙ ΜΕ ΠΕΤΡΑΧΗΛΙΑ"

Υπερβολικές, ανέφικτες, μη πραγματοποιήσιμες υποσχέσεις ή δωροδοκίες. Ο λαγός παλιότερα ήταν μέσο δωροδοκίας - ως δυσεύρετος- γιατί μόνον...