28 Μαΐου 2015
27 Μαΐου 2015
23 Μαΐου 2015
"Τα χέρια" Μιχ. Γκανάς
“Κοιτάζει τα χέρια της. Πώς έγιναν έτσι; Πού βρέθηκαν τόσες φλέβες, τόσες ελιές και σημάδια, τόσες ρυτίδες στα χέρια της;
Εβδομήντα χρόνια τα κουβαλάει μαζί της και ποτέ δεν γύρισε να τα κοιτάξει. Ούτε τότε που ήταν χλωρά, ούτε που μέστωσαν, ούτε που μαράθηκαν, ώσπου ξεράθηκαν.
Όλα αυτά τα χρόνια η έγνοια της ήταν αλλού, όχι στα χέρια της: μην κοπεί, μην καεί, μην τρυπηθεί, μην το παρακάνει το βράδυ με τον άντρα της –όποτε τύχαινε, μια στις τόσες– κι ακούσει πάλι τα λόγια του, καρφί στην καρδιά της “πού τα ‘μαθες αυτά μω γυναίκα;”
Κοιτάζει τα χέρια της σαν να τα βλέπει πρώτη φορά. Ξένα της φαίνονται, καθώς κάθονται άνεργα πάνω στη μαύρη ποδιά της, σαν προσφυγάκια. Έτσι της έρχεται να τα χαϊδέψει.
Κοιτάζει τα χέρια της σαν να τα βλέπει πρώτη φορά. Ξένα της φαίνονται, καθώς κάθονται άνεργα πάνω στη μαύρη ποδιά της, σαν προσφυγάκια. Έτσι της έρχεται να τα χαϊδέψει.
Και τι δεν τράβηξαν αυτά τα χεράκια, στα κρύα και στα λιοπύρια, στη φωτιά, στα νερά, στα χώματα, στα κάτουρα και στα σκατά. Πέντε χρόνια κατάκοιτη η πεθερά της, αλύχτησε ώσπου να της βγει η ψυχή.
Κοιτάζει πάλι τα χέρια της. Τι θα τα κάνει; Να τα κρύψει κάτω από την ποδιά της να μην τα βλέπει, να τα χώσει στην περούκα της διπλανής, που κοιμάται με το κεφάλι γουλί, να τα βάλει στις μάλλινες κάλτσες που της έφερε ο γιος της μόλις του ‘πε ότι κρυώνει εδώ στο γηροκομείο που την έριξε η μοίρα της; Τόσα χρόνια δεν γύρισε να τα κοιτάξει και τώρα δεν μπορεί να πάρει τα μάτια της από πάνω τους. Κι όταν δεν τα κοιτάει ή κάνει πως δεν τα κοιτάει, την κοιτάνε αυτά.
Άνεργα χέρια, τι περιμένεις, αφού δεν έχουν δουλειά κάθονται και κοιτάνε. Δεν είναι που κοιτάνε, άσ’ τα να κοιτάνε, είναι που κοιτάνε σαν να θέλουνε κάτι. Ξέρει τι θέλουν: να τα χαϊδέψει.
Δεν θα τους κάνει τη χάρη. Ντρέπεται, γριά γυναίκα, να χαϊδεύεται στα καλά καθούμενα.
Τα κοιτάζει κλεφτά και βλέπει μια σκουριά από καφέ στο δεξί. Σηκώνεται και πάει στο μπάνιο, πιάνει το μοσχοσάπουνο και πλένει τα χέρια της. Τα πλένει, τα ξαναπλένει, δεν λέει ν’ αφήσει το σαπούνι, της αρέσει έτσι που γλιστρούν απαλά, το ένα μέσα στο άλλο, “κοίτα”, λέει, “που μ’ έβαλαν να τα χαϊδέψω θέλοντας και μη, τα σκασμένα” και γελάει από μέσα της που δεν την κοιτάνε τώρα όπως πριν, χαμένα μέσα στους αφρούς και τα χάδια, σαν να ‘χουν κλείσει τα μάτια, μην τους πάει σαπούνι και τα πάρουν τα δάκρυα.”
Δεν θα τους κάνει τη χάρη. Ντρέπεται, γριά γυναίκα, να χαϊδεύεται στα καλά καθούμενα.
Τα κοιτάζει κλεφτά και βλέπει μια σκουριά από καφέ στο δεξί. Σηκώνεται και πάει στο μπάνιο, πιάνει το μοσχοσάπουνο και πλένει τα χέρια της. Τα πλένει, τα ξαναπλένει, δεν λέει ν’ αφήσει το σαπούνι, της αρέσει έτσι που γλιστρούν απαλά, το ένα μέσα στο άλλο, “κοίτα”, λέει, “που μ’ έβαλαν να τα χαϊδέψω θέλοντας και μη, τα σκασμένα” και γελάει από μέσα της που δεν την κοιτάνε τώρα όπως πριν, χαμένα μέσα στους αφρούς και τα χάδια, σαν να ‘χουν κλείσει τα μάτια, μην τους πάει σαπούνι και τα πάρουν τα δάκρυα.”
(Από το βιβλίο “Γυναικών – μικρές και πολύ μικρές ιστορίες, εκδ. Μελάνι”)
17 Μαΐου 2015
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ & ΔΑΦΝΗ
Η Δάφνη ήταν μια νεαρή όμορφη νύμφη, κόρη του ποτάμιου θεού Πηνειού. Ήταν κυνηγός και είχε αφιερώσει τη ζωή της στην Άρτεμη τη θεά του κυνηγιού. Όπως η θεά, έτσι και αυτή αρνιόταν να παντρευτεί. Την περιτριγύριζαν πολλοί θαυμαστές αλλά αυτή τους απέρριπτε όλους.
Ο Απόλλωνας ερωτεύθηκε την Δάφνη και όταν αυτή αρνήθηκε τις προτάσεις του την κυνήγησε ανάμεσα στα δέντρα. Η Δάφνη φοβήθηκε και προσευχήθηκε στον πατέρα της να την βοηθήσει. Τότε λοιπόν ο πατέρας της της είπε ότι θα την προστάτευε μεταμορφώνοντάς την σε δέντρο που θα ρίζωνε στην όχθη του ποταμού του.
Όταν ο Απόλλωνας ήρθε ψάχνοντας τη Δάφνη, ο πατέρας της του είπε ότι μεταμορφώθηκε σε δέντρο. Ο Απόλλωνας τότε έκοψε μερικά κλαδιά και έπλεξε ένα στεφάνι σε ανάμνηση της ομορφιάς της και του έρωτά του για αυτήν. Ο Απόλλωνας έκανε τη δάφνη ιερό του φυτό. Καθιέρωσε την απονομή δάφνινου στεφανιού στους πρωταθλητές και σε σε όσους υπερείχαν σε διάφορα επίπεδα. Στους αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες όλοι οι νικητές στεφανώνονταν με δάφνινο στεφάνι.
Ο μύθος του Ωρίωνα
Το κυρίως σχήμα του αστερισμού, που είναι και πιο εύκολα ορατό και αναγνωρίσιμο, αποτελείται από οχτώ αστέρια. Επίσης, πολύ χαρακτηριστικά του αστερισμού είναι τα τρία αστέρια που σχηματίζουν τη Ζώνη του Ωρίωνα και είναι τα ζήτα, έψιλον και δέλτα του Ωρίωνα. Τέλος, το Ξίφος του Ωρίωνα, ανάμεσα στη Ζώνη και τα "πόδια", είναι η περιοχή που περιλαμβάνει και το ομώνυμο και πολύ εντυπωσιακό νεφέλωμα.
Ο Ωρίωνας, κατά την ελληνική μυθολογία, ήταν κυνηγός και σύντροφος της θεάς Άρτεμης. Ο αδελφός της Άρτεμης, o Απόλλων, που ήταν δυσαρεστημένος από τη σχέση της αδερφής του με τον Ωρίωνα, ένα πρωινό, ενώ ο Ωρίωνας κολυμπούσε, την προκάλεσε ΑΝ μπορεί να πετύχει με το τόξο ένα μικρό σημαδάκι βαθιά στη θάλασσα. Η Άρτεμη έριξε και πέτυχε, αλλά το σημαδάκι που την είχε βάλει ο αδερφός της να πετύχει ήταν ο Ωρίωνας. Όταν η Άρτεμη κατάλαβε τι έκανε, έβαλε τον Ωρίωνα για πάντα στον ουρανό.
Ο σχηματισμός των αστεριών του Ωρίωνα όπως τον βλέπουμε σήμερα δημιουργήθηκε περίπου 1.5 εκ. χρόνια πριν. Έτσι, πολλοί αρχαίοι πολιτισμοί είχαν τη δυνατότητα να τον παρατηρήσουν. Οι Σουμέριοι τον περιέγραφαν ως πρόβατο, ενώ στην αρχαία Κίνα ο Ωρίωνας ήταν ένα από τα 28 ζώδια, το Xiu, ή όπως ήταν γνωστός Shen, που σημαίνει "τρία", μάλλον λόγω των τριών φωτεινών αστεριών που σχηματίζουν τη ζώνη του.
Επίσης, τα αστέρια του σχετίζονταν με τον Όσιρη, θεό του κάτω κόσμου για τους Αιγύπτιους. Λέγεται πως το σύμπλεγμα των πυραμίδων της Γκίζας αποτελεί ουράνιο χάρτη της ζώνης του Ωρίωνα.
10 Μαΐου 2015
Ηχώ και Νάρκισσος
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά πρόσωπα στην Ελληνική Μυθολογία ήταν και ο Νάρκισσος. Ένας ωραίος νέος της Βοιωτίας, γιος της Νύμφης Λειριώπης και του ποταμού Κηφισού χάριν του οποίου και αναπτύχθηκαν πολλές παραδόσεις (μύθοι).
Σημαντικότερες εξ αυτών των παραδόσεων ήταν:
Κάποια μέρα καθισμένος ο ωραίος Νάρκισσος κοντά σε μια πηγή είδε το πρόσωπό του στα νερά της πηγής. Στη θέα αυτή λέγεται πως τόσο πολύ γοητεύτηκε, που θέλησε βυθίζοντας το βραχίονα του στο νερό να τη συλλάβει. Επειδή όμως παρά τις προσπάθειές του δεν το κατόρθωνε παρέμεινε στη θέση αυτή αυτοθαυμαζόμενος μέχρι που υπέστη μαρασμό και πέθανε. Στη θέση εκείνη μετά από λίγο φύτρωσε το ομώνυμο άνθος ως σύμβολο της φθοράς και των χθόνιων θεοτήτων.
Ο Νάρκισσος αδιαφορώντας στον προς αυτόν έρωτα, του επίσης ωραίου νέου Αμεινία, κατέστη τελικά ο ηθικός αυτουργός στην αυτοκτονία του δεύτερου. Τότε η Νέμεσις αποφάσισε να τον τιμωρήσει σκληρά με το ίδιο πάθος, υποκινώντας τον, να δει στο νερό της πηγής την εικόνα του (το είδωλό του) και να την ερωτευθεί τόσο ώστε να πεθάνει από τον ανικανοποίητο προς εαυτόν έρωτά του.
Ο Νάρκισσος, μετά το θάνατο της επίσης πανέμορφης δίδυμης αδελφής του Ηχούς, με την οποία και ήταν ερωτευμένος, δεν έβρισκε παρηγοριά στη δυστυχία του εκτός από το να βλέπει τον εαυτόν του στο νερό κάποιας πηγής στις Θεσπιές και να θυμάται την αδελφή του. Μέχρι που πέθανε στη θέση εκείνη από εξάντληση.
Η γνωστότερη όμως και περισσότερο διαδεδομένη παράδοση για τον Νάρκισσο ήταν η παρακάτω που οφείλεται στον Οβίδιο (στο έργο του "Μεταμορφώσεις". Σύμφωνα μ' αυτή ο ωραίος Βοιωτός νέος, απασχολημένος να θαυμάζει την άριστη σωματική του διάπλαση από τις όχθες ποταμού, δεν έδωσε καμία προσοχή ή δεν ανταποκρίθηκε στον εκδηλούμενο έρωτα της Νύμφης Ηχούς η οποία και συνεχώς τον καλούσε. Αποτέλεσμα ήταν η μεν φωνή της Ηχούς να εξασθενεί συνέχεια σε τρόπο ώστε ν' ακούγονται μόνο οι τελευταίες συλλαβές και να σβήνει, ο δε Νάρκισσος να πεθαίνει αυτοθαυμαζόμενος στο νερό του ποταμού που το χρησιμοποιούσε ως κάτοπτρο.
Ο μύθος της Περσεφόνης
Ο μύθος της Πανδώρας
Στο "Έργα και Ημέραι" ο Ησίοδος αναφέρεται στην Πανδώρα, λέγοντας ότι την έπλασε ο Δίας για να τιμωρήσει τον Προμηθέα, στη συνέχεια όμως αναφέρεται διεξοδικά στο πώς ακριβώς τιμώρησε ο Δίας το ανθρώπινο είδος μέσω της Πανδώρας.
«'Οταν ο Δίας κατάλαβε τι είχε κάνει ο Προμηθέας, του είπε «χαίρεσαι που με γέλασες, αλλά θα βρει μεγάλο κακό εσένα και όλους τους ανθρώπους και αυτό θα είναι το τίμημα για τη φωτιά που τους έδωσες. Θα είναι αυτό (το κακό) κάτι που οι άνθρωποι θα χαρούν με την καρδιά τους ενώ θα αγκαλιάζουν την καταστροφή τους»
Και έβαλε τον Ήφαιστο να πλάσει από άργιλο ένα πλάσμα που να μοιάζει σε αθάνατη θεά, αλλά να έχει τη φωνή και τη δύναμη ανθρώπου. Η Αθηνά της έμαθε να υφαίνει και η Αφροδίτη την έκανε ποθητή, ενώ ο Δίας, όπως αναφέρει ο Ησίοδος, έβαλε τον Ερμή να της δώσει ξεδιάντροπο μυαλό και πανούργα φύση και να της διδάξει τα ψέματα. Της δόθηκαν σαν δώρα επίσης τα χαρίσματα της Πειθούς και των Χαρίτων και ο Ερμής της έδωσε και ομιλία. Στο τέλος, λέει ο Ησίοδος, την ονόμασαν Πανδώρα, επειδή κάθε θεός της έδωσε κι ένα δώρο, αλλά ήταν βαρύ χτύπημα για τους ανθρώπους που δουλεύουν για το ψωμί τους (δηλαδή τους θνητούς).
Ύστερα ο Δίας είπε στον Ερμή να παραδώσει την Πανδώρα ως δώρο στον Επιμηθέα, τον αδελφό του Προμηθέα. Αυτός δεν αναλογίστηκε τη συμβουλή του αδελφού του «να μη δεχτεί ποτέ δώρο από τον Ολύμπιο Δία και να το στείλει πίσω επειδή μπορεί να αποδεικνυόταν βλαβερό για τους ανθρώπους». Δέχτηκε την Πανδώρα και κατάλαβε το λάθος του όταν πια έγινε το κακό. Γιατί μέχρι τότε οι φυλές των ανθρώπων που ζούσαν στη γη ήταν μακριά από τα κακά και τους πόνους και τις νόσους που «μέσα σε αυτές οι άνθρωποι γερνούν γρήγορα. Η γυναίκα όμως έβγαλε το μεγάλο πώμα από το πιθάρι και σκόρπισε όλα αυτά τα κακά φέρνοντας τη θλίψη στους ανθρώπους.» Μόνο η Ελπίδα έμεινε μέσα στο άθραυστο μεγάλο πιθάρι και δεν πέταξε έξω «γιατί την κράτησε εκεί το πώμα με τη θέληση του Δία και γέμισε η πλάση αρρώστιες και δυστυχία που έπλητταν στο εξής μέρα νύχτα τους θνητούς σιωπηρά - γιατί ο Δίας τους είχε πάρει σοφά τη λαλιά». Καθώς όλες οι δυστυχίες πλησίαζαν βουβά, ύπουλα δηλαδή, κανείς δεν μπορούσε να φυλαχτεί και να γλιτώσει από το θέλημα του Δία.
Αν και ο μύθος έχει φτάσει με πολλές παραλλαγές στις μέρες μας, δεν είναι σαφές αν εξαρχής ο Δίας ήθελε να τιμωρήσει τους ανθρώπους με όσα αποδεσμεύτηκαν από το πιθάρι ή αν η τιμωρία ήταν αυτή καθαυτή η γυναίκα......
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
"ΛΑΓΟΙ ΜΕ ΠΕΤΡΑΧΗΛΙΑ"
Υπερβολικές, ανέφικτες, μη πραγματοποιήσιμες υποσχέσεις ή δωροδοκίες. Ο λαγός παλιότερα ήταν μέσο δωροδοκίας - ως δυσεύρετος- γιατί μόνον...
-
Παιχνίδι – εξάσκηση στις αφηγηματικές τεχνικές ΕΔΩ ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΗ ΑΦΗΓΗΣΗ : Η αφήγηση περιλαμβάνει γεγονότα...
-
Οι μέρες περνούν, η Χρυσηίδα έχει επιστρέψει στην πατρίδα της, ο πόλεμος συνεχίζεται, αλλά ο Αχιλλέας μένει απομονωμένος στη σκηνή το...
-
ΕΦΟΔΙΟ ΤΑ ΤΡΑΥΜΑΤΑ Μὲ κατακρίνεις ὅτι συμπεριφέρομαι λιπόψυχα, ἀργὰ ὅπως κοντοστέκεται ἡ φοβία νὰ ἐντοπίσει ποιὸς κίνδυνος ἀπὸ μακριὰ ...